- ὑπουργικῶν
- ὑπουργικόςfem gen plὑπουργικόςmasc/neut gen pl
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Κορέα, Βόρεια — Επίσημη ονομασία: Λαϊκή Δημοκρατία της Κορέας Έκταση: 120.540 τ. χλμ. Πληθυσμός: 22.224.195 (2002) Πρωτεύουσα: Πιονγκγιάνγκ (2.741.260 κάτ. το 1993)Κράτος της ανατολικής Ασίας, το οποίο καταλαμβάνει το βόρειο τμήμα της κορεατικής χερσονήσου.… … Dictionary of Greek
Λβοφ, Γκεόργκι Γεβγκένιεβιτς — (Georgy Yevgenievich Lvov, 1861 – Παρίσι 1925). Ρώσος πρίγκιπας και πολιτικός. Ήταν μεγαλογαιοκτήμονας, μέλος του Συνταγματικού Δημοκρατικού Κόμματος και δικηγόρος. Αργότερα υπηρέτησε στο Υπουργείο Εσωτερικών (1886 93) και χρημάτισε πρόεδρος του… … Dictionary of Greek
Λιβερία — Κράτος της δυτικής Αφρικής. Συνορεύει στα Β με τη Σιέρα Λεόνε και τη Γουινέα, στα Α με την Ακτή του Ελεφαντοστού, ενώ στα Ν και στα Δ βρέχεται από τον Ατλαντικό ωκεανό.Η Λ. είναι ένα τεχνητό κράτος στη δυτική Αφρική, που δημιουργήθηκε τον 19ο αι … Dictionary of Greek